DictionaryForumContacts

   Swedish
Google | Forvo | +
Publicérad v
comp., MS Δημοσιεύθηκε
publicéra v
gen. δημοσιοποιώ
commun. έκδοση
comp., MS δημοσιεύω; δημοσίευση; καταχώρηση
publicérad v
commun., scient. δημοσιευμένο; εκδοθέν
publicérande v
gen. εκδοτικός
Publicéra v
comp., MS Δημοσίευση