DictionaryForumContacts

   Dutch
Google | Forvo | +
to phrases
waterreserve m
agric. σταθμός ανεφοδιασμού ύδατος
agric., construct. απόθεμα ύδατος
waterreserves m
environ. υδατικοί πόροι; υδάτινοι πόροι
waterreserve
: 3 phrases in 2 subjects
Electronics1
Mineral products2