DictionaryForumContacts

   Dutch
Google | Forvo | +
to phrases
wankant m
transp. απότμηση; κοιλότητα; ακμή με ασυνέχειες υλικού; περιθώριο σανίδας με ασυνέχειες υλικού
wankant
: 2 phrases in 1 subject
Industry2