DictionaryForumContacts

   Dutch
Google | Forvo | +
vulring v
industr., construct. δακτύλιος μήτρας; ενδιάμεσος δακτύλιος
mech.eng. διαχωριστικό; διαχωριστικός δακτύλιος; αποστάτης; δακτύλιος απόστασης