DictionaryForumContacts

   Dutch
Google | Forvo | +
vulopening f
agric. στόμιο πληρώσεως
coal., met. στόμιον πληρώσεως; οπή πληρώσεως
earth.sc., mech.eng. σύνδεση πλήρωσης
mater.sc., mech.eng. στόμιο τροφοδοσίας
mech.eng. κεφαλή τροφοδοτήσεως
met., mech.eng. στόμιο έγχυσης; άνοιγμα έγχυσης; άνοιγμα τροφοδοσίας; θυρίδα πλήρωσης; οπή τροφοδοσίας
transp., chem. στόμιο πλήρωσης