DictionaryForumContacts

   Dutch
Google | Forvo | +
voorslijpen v
industr., construct., met. αναγέννηση τροχού; ξεχόνδρισμα; αγρίεμα τροχού
met. ρεκτιφιέ του προπλάσματος; ρεκτιφιέ του προσχεδίου
met., mech.eng. λειαίνω με λίμα; τροχίζω με λίμα