DictionaryForumContacts

   Dutch
Google | Forvo | +
to phrases
uitzweten v
agric. κατευθυνόμενη και ελεγχόμενη ζύμωση
agric., chem. εφίδρωσις
industr., construct., chem. βλάβη από μετακίνηση πλαστικοποιητή; πλεόνασμα εμποτισμού
met. διίδρωση; εξίδρωση; εφίδρωση; ξέρασμα
uitzweten
: 2 phrases in 2 subjects
General1
Transport1