DictionaryForumContacts

   Dutch
Google | Forvo | +
uitnemer m
industr., construct., met. απολήπτης; εξαγωγέας; συλλέκτηςεργαλείο; εκκενωτής καλουπιού; αδειαστής γαλαρίας; παραλήπτης παραγωγής