DictionaryForumContacts

   Dutch
Google | Forvo | +
noun | verb | to phrases
tunnel m
econ. σήραγγα
fin. τούνελ
fin., scient. δίαυλος τιμών
fish.farm. κόψη; κόψες; κομμάτι επιμήκυνσης
med. υποδόριο κανάλι
transp., construct. oδική σήραγγα
tunnellen v
earth.sc., el. φαινόμενο σήραγγος; tunneling; διείσδυση σήραγγος
tunnel
: 34 phrases in 9 subjects
Agriculture3
Chemistry1
Construction3
Earth sciences7
Industry2
Life sciences1
Materials science1
Medical2
Transport14