DictionaryForumContacts

   Dutch
Google | Forvo | +
to phrases
traverse f
construct. πλάγιο δοκάρι; δοκάρι λοξό στον άξονα; εγκάρσιο δοκάρι; κάθετο δοκάρι
el. βραχίωνας αναρτήσεως
tech., industr., construct. διαδρομή νήματος
transp. εγκάρσια δοκός; αστική οδική διέλευση; διαδοκίδα
transp., mech.eng. πλατφόρμα μεταφοράς φορτηγών; γέφυρα μεταφοράς φορτηγών
traverse
: 4 phrases in 3 subjects
Industry1
Mechanic engineering1
Transport2