DictionaryForumContacts

   Dutch
Google | Forvo | +
transmissieketting m
industr., construct. αλυσίδα μετάδοσης της κίνησης
mech.eng. κινητήριος ιμάντας; ιμάντας μετάδοσης κίνησης; ιμάντας σύνδεσης