DictionaryForumContacts

   Dutch
Google | Forvo | +
to phrases
stut v
gen. σφήνα; τάκος
agric. στήριγμα; στύλοςκν.; κίονας; κολόνακν.; πουντέλικν.
coal., construct. ορθοστάτης
construct. δοκάρι οριζόντιας αντιστηρίξεως; υποστύλωμα ικριώματος
industr., construct. υποστήριγμα; παραστάτης
mech.eng. έμμορφο στυλίδιο υποστήριξης εδράνου; στυλίδιο υποστήριξης
transp. μπουντέλι
stutten v
construct. υποστυλώνω; τοποθετώ αντηρίδες; υποστηρίζω
life.sc., el. υποστήριξη της ρωγμής
mech.eng. στήριξη
transp., construct. συνδέω με εγκάρσιους συνδέσμους; στηρίζω με εγκάρσιους συνδέσμους
stut
: 13 phrases in 5 subjects
Agriculture1
Construction3
Industry1
Mechanic engineering7
Transport1