DictionaryForumContacts

   Dutch
Google | Forvo | +
to phrases
stroomonderbreker n
astronaut., transp. Αυτόματος διακόπτης ηλεκτρικού κυκλώματος
el. διακόπτης
mech.eng., el. διακόπτης αποκοπής
stroomonderbreker
: 3 phrases in 2 subjects
Mechanic engineering1
Transport2