DictionaryForumContacts

   Dutch
Google | Forvo | +
verb | adjective | to phrases
stoten v
transp., nautic. αγγίζω πυθμένα
stoot v
gen. πρόσκρουση
coal. προμήνυμα έκρηξης
health. κυκλοφορική καταπληξία
met., construct. κρούση
transp. ξαφνική ώθηση
stuit v
mech.eng. στοπ
nat.sc., agric. ουρά
transp., construct. διείσδυση ανά κύκλο κτυπημάτων
aanstoten v
tech. αρχή της πρόσκρουσης; σημείο μηδέν
zult v
agric. hure
stoter adj.
industr., construct. έμβολο
mech.eng. άτρακτος πλάνισης; τεμάχιο επαφής εμβόλου αντλίας πετρελαίου με τον εκκεντροφόρο της
 Dutch thesaurus
zouden v
gen. zullen
stoten
: 58 phrases in 18 subjects
Agriculture2
Chemistry1
Communications4
Construction1
Earth sciences2
Economy1
Electronics3
Environment1
Finances3
General8
Insurance1
Labor law1
Law11
Materials science1
Medical2
Politics1
Taxes1
Transport14