DictionaryForumContacts

   Dutch
Google | Forvo | +
to phrases
stijl m
chem., el. κατακόρυφη ενίσχυση
construct. λιθόφρακτον; υποστύλωμα
mech.eng. εγκάρσια δοκίδα; εγκάρσιο στυλίδιο
transp., construct. στύλος; ορθοστάτης; κίων; κολόνα; στήλη
transp., mech.eng. κύριο στυλίδιο; κύρια αντηρίδα
stijl
: 40 phrases in 8 subjects
Agriculture2
Construction2
General7
Industry7
Information technology5
Mechanic engineering6
Microsoft2
Transport9