DictionaryForumContacts

   Dutch
Google | Forvo | +
to phrases
starter m
agric. θρεπτικό άλας για νεαρά φυτά
el. εκκινητήρας οχήματος; αυτόματος θερμοηλεκτρικός διακόπτης; εκκινητής; στάρτερ; εκκινητήρας
stat., el. μίζα
starter
: 13 phrases in 5 subjects
Earth sciences1
Electronics3
Employment1
Mechanic engineering4
Transport4