DictionaryForumContacts

   Dutch
Google | Forvo | +
to phrases
staander adj.
agric., industr., construct. υποστύλωμα
construct. ορθοστάτης
cultur. στήριγμα; τρίποδο
industr., construct. στενή και χοντρή σανίδα; πουντέλι; αντηρίδα; ντεστέκι; παραστάτης
mech.eng. ορθοστάτης φρεζομηχανής; ορθοστάτης εργαλειομηχανής; σκελετός; ευθεία ανάρτηση
staand adj.
IT, dat.proc. σελίδα μακρόστενης μορφής
staander
: 113 phrases in 26 subjects
Agriculture14
Chemistry1
Communications2
Cultural studies2
Earth sciences7
Economy4
Electronics11
Environment2
Finances1
Fish farming pisciculture24
Forestry2
General3
Industry7
Information technology2
Law2
Life sciences2
Marketing1
Materials science2
Mechanic engineering3
Medical1
Metallurgy5
Mineral products1
Municipal planning2
Natural sciences1
Technology2
Transport9