DictionaryForumContacts

   Dutch
Google | Forvo | +
to phrases
spongat n
agric. στόμιο; στόμιο βαρελιού; οπή
mater.sc. τρύπα τροφοδοσίας βαρελιού
mech.eng. διάταξη πωματισμού
spongat
: 1 phrase in 1 subject
Agriculture1