DictionaryForumContacts

   Dutch
Google | Forvo | +
to phrases
spanningsmeter n
earth.sc., industr., construct. πολωσισκόπιο
earth.sc., tech. βολτόμετρο; ενδείκτης τάσης ρεύματος
industr., construct. τασεόμετρο
IT, el. κύκλωμα ανίχνευσης τάσης
life.sc. δυναμόμετρο; μετρητής τάσης μετροταινίας
mech.eng., el. μετρητής καταπόνησης
tech., mater.sc. τασόμετρο
transp. μηκυνσίμετρο
spanningsmeter
: 1 phrase in 1 subject
Technology1