afval | |
econ. | απόβλητα |
energ.ind. industr. | θράυσματα |
environ. | απορρίμματα από τη διαλογή της κριθής; απορρίμματα από τη διαλογή του κριθαριού; απορρίμματα κριθαριού |
industr. construct. | ξένες ύλες; απόρριμμα κοσκινίσματος |
tech. industr. construct. | κοπή χαρτιού κατά την παραγωγική διαδικασία |
tech. wood. | έκτη διαλογή; απορρίμματα |