DictionaryForumContacts

   Dutch
Google | Forvo | +
to phrases
slijtlaag f
construct. σκληρές επενδύσεις; φθειρόμενο επικάλυμμα; φθειρόμενο στρώμα; στρώση κυκλοφορίας
met. επικάλυψη φθειρομένης επιφανείας
slijtlaag
: 1 phrase in 1 subject
Industry1