DictionaryForumContacts

   Dutch
Google | Forvo | +
to phrases
schort v
industr., construct., mech.eng. μπροστέλλα
mech.eng. κιβώτιο ρυθμίσεων κινήσεων εργαλειοφορείου; κιβωτοειδής βάση
transp. τοίχωμα; ποδιά
schor v
agric. θαλάσσιον έλος; γαίαι κατακλυζόμεναι υπό πλημμυρίδος
earth.sc. αλμυρός βάλτος
environ. αλίπεδο
schort
: 14 phrases in 5 subjects
Finances6
General3
Insurance1
Law2
Transport2