DictionaryForumContacts

   Dutch
Google | Forvo | +
to phrases
scheurwolf n
industr., construct. τιλματοποητικός λύκος; ανοικτική; σκούτσερ
textile λύκος; ανοικτική μαλλιών; ανοικτικός κύλινδρος
scheurwolf
: 3 phrases in 1 subject
Industry3