DictionaryForumContacts

   Dutch
Google | Forvo | +
to phrases
schakelen v
commun. μεταγωγή
comp., MS εναλλαγή
el. μεταγωγή ισχύος; διαδικασία χειρισμού; χειρισμός; μετατροπή εναλλασσόμενου ρεύματος
mech.eng. επιλογή σχέσης μετάδοσης; επιλογή ταχύτητας
med. αναστροφή; διακοπή; διατροπή; επιλογή; μεταλλαγή
transp. κανονκός τρόπος ενεργοποίησης
transp., mech.eng. αλλαγή της σχέσης μετάδοσης; αλλαγή ταχύτητας
aanschakelen v
el. διαδικασία έναυσης; διαδικασία ανατροπής; διαδικασία αποφραγής; διαδικασία πυροδότησης
schakelen
: 52 phrases in 8 subjects
Communications16
Electronics15
Energy industry1
Information technology14
Materials science1
Mechanic engineering2
Microsoft2
Natural sciences1