DictionaryForumContacts

   Dutch
Google | Forvo | +
to phrases
ruimtevaartuig adj.
astronaut., transp. διαστημικό σκάφος
econ. διαστημικό όχημα
transp., environ. σκάφος/λέμβος/ειδικευμένη εργασία
ruimtevaartuig
: 1 phrase in 1 subject
Transport1