DictionaryForumContacts

   Dutch Greek
Google | Forvo | +
regelen
 regel
comp., MS γραμμή
construct. βέργα λείανσης; οριζόντια δοκός; διαμήκης ράβδος κιγκλιδώματος
environ. σύμβαση/συνέδριο
law pharma. environ. τύπος; μέτρο
social.sc. κανόνας
van | de
 demonteren
mater.sc. construct. αποσυναρμολογώ
spoelklep van | de
 demonteren
mater.sc. construct. αποσυναρμολογώ
emissies
- only individual words found

to phrases
regel v
comp., MS γραμμή
construct. βέργα λείανσης; οριζόντια δοκός; διαμήκης ράβδος κιγκλιδώματος
environ. σύμβαση/συνέδριο
law, pharma., environ. τύπος; μέτρο
social.sc. κανόνας
regelen v
stat. εξομαλύνω
regelen van de spoelklep van de
: 2 phrases in 1 subject
Mechanic engineering2