DictionaryForumContacts

   Dutch Greek
Google | Forvo | +
- only individual words found

to phrases
puntstuk m
transp. άκρο νησίδας
transp., industr., construct. υπερυψωμένο κατώφλι; στοιχείο τερματισμού διαδρομής θυροφράγματος
transp., met., construct. φορέας διασταύρωσης; καρδιά διασταύρωσης; καρδιά διασταύρωσης σιδηροδρομικών τροχιών; καρδιά διασταυρώσεων; κεντρικό εξάρτημα κλειδιού
puntstuk bij wissels en kruisingen van spoorwegmateriaal m
transp., met., construct. καρδιά διασταυρώσεων; καρδιά διασταύρωσης; καρδιά διασταύρωσης σιδηροδρομικών τροχιών; κεντρικό εξάρτημα κλειδιού; φορέας διασταύρωσης
puntstuk wissel m
met. φορέας συνένωσης ή διασταύρωσης σιδηροτροχιών
puntstuk compleet met
: 1 phrase in 1 subject
Transport1