DictionaryForumContacts

   Dutch
Google | Forvo | +
prolongatie f
econ., fin. παράταση προθεσμίας
fin. προθεσμιακή συναλλαγή με δικαίωμα μεταφοράς της ημερομηνίας εκκαθάρισης
fin., commun. πράξεις παράτασης; σύμβαση μεταφοράς