DictionaryForumContacts

   Dutch
Google | Forvo | +
to phrases
pook m
chem., el. σουβλί
industr., construct. σκαλιστήρι αναδευτήρας
industr., construct., met. εκπωματιστής
met. ξύστρα
transp., mech.eng. λοστός πυρών λέβητα; σκάλιθρο
pook
: 1 phrase in 1 subject
Metallurgy1