DictionaryForumContacts

   Dutch
Google | Forvo | +
to phrases
pletten v
gen. συμπίεση; ισοπέδωση; κυλίνδριση; κυλίνδρισμα; πλάτυνση
agric. σπασμένος καρπός
commun., industr., construct. καθαρίζω τους κυλίνδρους
met. σφυρηλάτηση
pletten
: 3 phrases in 3 subjects
Agriculture1
General1
Industry1