DictionaryForumContacts

   Dutch Greek
Google | Forvo | +
piket
 piket
life.sc. coal. πάσσαλος οριοσήμανσης
tech. πάσσαλος για δεκάμετρο; τοπογραφικός πάσσαλος
| voor
 voor
agric. αυλάκι
 voorgespannen
construct. προεντεταμένος
 voorkomen
gen. πρόληψη
 voorschrijven
med. χορηγώ
 voorspannen
industr. construct. met. σκλήρυνση
 voorspellen
environ. πρόβλεψη/πρόγνωση
tenten
- only individual words found

to phrases
piket v
life.sc., coal. πάσσαλος οριοσήμανσης
tech. πάσσαλος για δεκάμετρο; τοπογραφικός πάσσαλος
transp. πάσσαλος
piket voor
: 1 phrase in 1 subject
Hobbies and pastimes1