DictionaryForumContacts

   Dutch
Google | Forvo | +
noun | verb | to phrases
pijp f
mech.eng. αεραγωγός; γραμμή αέρα
transp. διώρυγα
pijp v
arts. ηχητικός αυλός
environ. σωλήνας; αγωγός; πίπα; στήλη μεταλλεύματος; σωλήνωση; σωλήνας/σωλήνωση/στήλη μεταλλεύματος/αγωγός/πίπα
mech.eng. σωλήνας αέρα
nat.res., health., anim.husb. κερκίδα
transp. κανάλι
pijpen v
agric., tech. αγωγοί
pijp
: 62 phrases in 12 subjects
Agriculture4
Chemistry6
Coal1
Earth sciences8
Industry4
Labor law1
Materials science1
Mechanic engineering3
Metallurgy27
Municipal planning1
Nuclear physics2
Transport4