DictionaryForumContacts

   Dutch Greek
Google | Forvo | +
partijen | bij
 Bijwonen
comp., MS Συμμετοχή
 bij
nat.sc. agric. μέλισσες
 bijdraaien
transp. ανακοχεύω; ελαττώνω ή σταματώ την πορεία σκάφους; τραβερσάρω
 bijhouden
comp., MS παρακολούθηση
 bijleggen
transp. τραβερσάρω
 bijvoegen
comp., MS επισυνάπτω
transp. προσθέτω άμαξα
 bijvullen
mech.eng. εξυπηρέτηση ανεφοδιασμού
deze | transactie
 transactie
comp., MS συναλλαγή
- only individual words found