DictionaryForumContacts

   Dutch
Google | Forvo | +
to phrases
parkeerplaats f
environ. υπαίθριος χώρος στάθμευσης αυτοκινήτων; υπαίθριος χώρος στάθμευσης αυτοκινήτων
hobby εγκατάσταση στάθμευσης
mun.plan., transp. υπαίθριος χώρος στάθμευσης; χώρος στάθμευσης; σταθμός αυτοκινήτων
transp. πάρκιν σιδηροδρομικού σταθμού; χώρος στάθμευσης αυτοκινήτων σε σιδηροδρομικό σταθμό
transp., construct. θέσις σταθμεύσεως
Parkeerplaats f
comp., MS Χώρος στάθμευσης
parkeerplaats
: 2 phrases in 2 subjects
Statistics1
Transport1