DictionaryForumContacts

   Dutch
Google | Forvo | +
verb | verb | to phrases
overtrekken v
energ.ind. αποδέσμευση
transp. θέτω σε απώλεια στήριξης
transp., avia. απώλεια στήριξης; Απώλεια στήριξης
overtrek v
industr., construct. θήκη
industr., construct., met. προστατευτικό κάλυμμα καπέλου
transp. επιφανειακές επιστρώσεις
overtrekken
: 22 phrases in 6 subjects
Astronautics5
Earth sciences4
Finances1
Industry4
Mechanic engineering1
Transport7