DictionaryForumContacts

   Dutch Greek
Google | Forvo | +
- only individual words found

to phrases
optie f
fin. χρηματοοικονομικά δικαιώματα; διαπραγματεύσιμη οψιόν; δικαίωμα αγοράς με βάση δείκτη μετοχών; δικαίωμα προαίρεσης; οψιόν
law δικαίωμα σε προνόμιο
opties f
account. προαιρετικά δικαιώματα οψιόν
econ. συμφωνίες μελλοντικής εκλογήςoptions
fin. δικαιώματα προαίρεσης για την αγορά ή πώληση μετοχών; οψιόν αγοράς ή πώλησης μετοχών
Opties f
comp., MS Επιλογές f
optie- f
fin. οψιόν
optie op
: 17 phrases in 1 subject
Finances17