DictionaryForumContacts

   Dutch
Google | Forvo | +
to phrases
oplegstoel m
construct. έδρα; έδρανο; βάθρο; πέδιλον ανωδομής γεφύρας; πλαίσιο στηρίξεως; υποστήριγμα γέφυρας
oplegstoel
: 1 phrase in 1 subject
Transport1