DictionaryForumContacts

   Dutch
Google | Forvo | +
to phrases
opdrachtgever m
fin. εκδότης; εντολοδότης; εντολέας; εργολάβος; εντελλόμενο μέρος; συντάκτης
health., chem. υποστηρικτής
industr. κύριος του έργου
law, lab.law. εργοδότης
pharma. προωθητής
opdrachtgever
: 12 phrases in 2 subjects
Construction1
Finances11