DictionaryForumContacts

   Dutch
Google | Forvo | +
to phrases
opbrengst f
chem. ανάκτηση
el. απόδοση παραγωγής; ποσοστό χρησιμοποιήσημων διατάξεων
environ. απόδοση; μέρισμα (οικονομία); απόδοση/μέρισμα οικονομία
market. είσπραξη; προϊόν πώλησης
mater.sc., construct. απόδοσις ασβέστου
opbrengst landbouw f
environ. απόδοση γεωργικής παραγωγής
opbrengsten f
med. οργανικά έσοδα κατ'είδος
opbrengst
: 159 phrases in 25 subjects
Accounting4
Agriculture14
Business6
Criminal law3
Demography2
Earth sciences2
Economy24
Electronics1
Environment4
Finances39
Fish farming pisciculture1
General6
Industry1
Insurance2
Law2
Life sciences6
Marketing18
Mechanic engineering2
Microsoft3
Natural sciences2
Statistics2
Taxes3
Technology1
Transport10
United Nations1