DictionaryForumContacts

   Dutch Greek
Google | Forvo | +
- only individual words found

to phrases
ontsteking f
gen. έναυση,ανάφλεξη
el. ανάφλεξη; έναυση; σπινθηρισμός
environ. μόλυνση; λοίμωξη
mech.eng. άναμα βενζινοκινητήρα; ανάφλεξη βενζινοκινητήρα
med. φλεγμονή
pharma., environ. μόλυνση/λοίμωξη
transp. πυκνωτής ανάφλεξης; χρονισμός
ontsteking van
: 17 phrases in 6 subjects
Chemistry3
General2
Mechanic engineering2
Medical8
Natural sciences1
Transport1