DictionaryForumContacts

   Dutch
Google | Forvo | +
to phrases
ontsluiting f
gen. άρση της απομόνωσης
agric., construct. διάνοιξις οδού προσπελάσεως
earth.sc. εμφάνιση; επιφανειακή εμφάνιση στρώματος
ontsluiting
: 13 phrases in 9 subjects
Chemistry1
Construction2
Economy1
Education1
Forestry1
General3
Industry1
Technology2
Work flow1