DictionaryForumContacts

   Dutch
Google | Forvo | +
ongecontroleerde stort
environ. ανεξέλεγκτη διάθεση; ανεξέλεγκτη απόθεση
ongecontroleerd storten
environ. ανεξέλεγκτη απόθεση; ανεξέλεγκτη διάθεση; ανεξέλεγκτη απόρριψη διάθεση