DictionaryForumContacts

   Dutch
Google | Forvo | +
to phrases
onderbreker m
gen. διάταξη γεφυρώσεως
el. διακόπτης αναστροφής; διακόπτης; κεντρικός διακόπτης συσσωρευτή
mech.eng. διάταξη διακοπής; συσκευή διακοπής
mech.eng., construct. διάταξις παύσεως λειτουργίας
onderbreker
: 3 phrases in 3 subjects
Electronics1
Industry1
Information technology1