DictionaryForumContacts

   Dutch
Google | Forvo | +
to phrases
ommanteling adj.
gen. σφράγιση
astronaut., transp. Προστατευτικό κάλυμμα
coal. προστατευτική επικάλυψη; θήκη
el. περίβλημα οπτικής ίνας; καλύμματα; περίβλημα ίνας; περίβλημα απορρόφησης κραδασμών
mech.eng., el. διαχυτής; κωνοειδής αγωγός; συγκεντρωτής
ommanteling
: 9 phrases in 6 subjects
Coal3
Electronics1
General2
Metallurgy1
Nuclear physics1
Transport1