DictionaryForumContacts

   Dutch
Google | Forvo | +
to phrases
nascholing n
fin., ed. συμπληρωματική κατάρτιση; επαγγελματική επιμόρφωση; σεμινάριο επαγγελματικής ενημέρωσης
nascholing
: 8 phrases in 4 subjects
Education2
General1
Law2
Social science3