| |||
λιθοδομή; οπτοπλινθοδομή | |||
τοιχοποιία f; οικοδομή; οικοδόμηση; πλινθοδομή; τοιχοποιία/πλινθοδομή/οικοδόμηση/οικοδομή f |
metselwerk : 25 phrases in 5 subjects |
Chemistry | 8 |
Construction | 6 |
Mechanic engineering | 1 |
Natural sciences | 4 |
Transport | 6 |