DictionaryForumContacts

   Dutch
Google | Forvo | +
to phrases
luchtkoker m
agric. αεριστήρας; ανεμοδόχος; εξαεριστήρας
transp., mech.eng. αγωγός κλιματισμένου αέρα; αεραγωγός αναρρόφησης
luchtkokers m
environ., mech.eng. ακροφύσια αερισμού
luchtkoker
: 1 phrase in 1 subject
Agriculture1