DictionaryForumContacts

   Dutch
Google | Forvo | +
to phrases
loper m
agric. αγόμενο σχοινί συσπάστου; βέτακν.; στήμων συσπάστου
chem. κρέμασμα
fish.farm. σόλα πόρτας τράτας; τρόπιδα πόρτας τράτας
industr., construct. χαλάκι διαδρόμου; μυλόπετρα κυλιόμενη; άγκιστρο
industr., construct., met. διαρροή
nat.res., agric. απογαλακτισμένος χοίρος
tech., industr., construct. διάδρομος
transp. αγόμενο; σχοινί του παλάγκου
loper
: 5 phrases in 3 subjects
Agriculture1
Hobbies and pastimes1
Transport3