DictionaryForumContacts

   Dutch
Google | Forvo | +
loos draaiend
earth.sc., mech.eng. αυτοπεριστροφή έλικας
loos draaien
mech.eng. έλικα λειτουργίας τύπου ανεμόμυλου; ανεμοκινούμενη έλικα; ανεμόμυλος m; να γυρίζει σαν ανεμόμυλος