DictionaryForumContacts

   Dutch
Google | Forvo | +
to phrases
looprol f
mech.eng. κυλινδρικό σώμα; κύλινδρος
met. κινητός ρόλος
transp. έλκυστρο; κυλινδρίσκος
looprol
: 1 phrase in 1 subject
Chemistry1